Κάνοντας άλματα στον χρόνο, στην Παγκόσμια αλλά και στην Ελληνική Ιστορία, μπορούμε να επισημάνουμε συμβολικά Ιφιγένειες και αποδιοπομπαίους τράγους, δηλαδή άτομα που κλήθηκαν να σηκώσουν το βάρος των πράξεων άλλων προσώπων ή κοινωνικών ομάδων και αναγκάστηκαν να πληρώσουν για λάθη που δεν έκαναν - τουλάχιστον οι ίδιοι.
Η δίκη, π.χ., των έξι καταδικασθέντων της Μικρασιατικής Καταστροφής και η εκτέλεσή τους στο Γουδή χαρακτηρίστηκε αργότερα από πολλούς ιστορικούς -αλλά και πολιτικούς- αναγκαία κίνηση. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος μετέπειτα συμφώνησε στο ότι «δεν δύναται να κατηγορηθούν διά πράξην προδοσίας της πατρίδος», ενώ ο στρατηγός Θεόδωρος Πάγκαλος έπειτα από χρόνια δήλωσε ότι «υπήρξαν μοιραία και αναγκαία θύματα εις τον βωμόν της πατρίδος». Πρόσφατα ο Γεώργιος Ζορμπάς, επίτιμος αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, αναφερόμενος στο νομικό πλαίσιο της δίκης ανέφερε: «Το στρατοδικείο και η ενώπιον αυτού διαδικασία καταπάτησαν στοιχειώδη υπερασπιστικά δικαιώματα των κατηγορουμένων».
Το 2008 ο Μιχάλης Πρωτοπαπαδάκης, εγγονός του εκτελεσθέντος Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη, προσέφυγε στον Αρειο Πάγο ζητώντας την ακύρωση της απόφασης του στρατοδικείου. Τον Οκτώβριο του 2010 το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο έκρινε αθώους τους καταδικασθέντες και εκτελεσθέντες.
Η ελληνική κοινωνία από την αρχαιότητα, και πριν από τους Ρωμαίους, έβαλε τις βάσεις του νομικού πολιτισμού, ο οποίος αποτέλεσε τον θεμέλιο λίθο της αρμονικής κοινωνικής συμβίωσης. Και αυτή, με τη σειρά της, αποτέλεσε και αποτελεί τη βασική προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη, την πολιτιστική και την εκπαιδευτική εξέλιξη, τη θεσμική σταθερότητα και τη διατήρηση του εδαφικού εθνικού κεκτημένου.
Ο νομικός μας πολιτισμός δεν πρέπει να επιτρέπει την επανάληψη του μύθου της Ιφιγένειας ή τη δημιουργία αποδιοπομπαίων τράγων. Τα τελευταία χρόνια παρακολουθούμε τον διασυρμό ανθρώπων που έχουν συλληφθεί με διάφορες κατηγορίες ή κατηγορούνται για κάποιο αδίκημα και στη συνείδηση πολλών καταδικάζονται προτού να έχει προηγηθεί κάποια θεσμική διαδικασία.
Παραβλέπεται το θεμελιώδες αξίωμα «αθώος μέχρι αποδείξεως του εναντίου» και εκλαμβάνονται ως αποδείξεις ενοχής οι όποιες ισχυρές, αλλά ακόμα και ασθενείς, ενδείξεις. Παρακάμπτεται έτσι η βάση του νομικού μας πολιτισμού: ότι μόνο μια δίκαιη δίκη μπορεί να κρίνει την αθωότητα ή την ενοχή ενός κατηγορουμένου και όχι οτιδήποτε άλλο.
Ακόμα και στον ναό της Δημοκρατίας, στη Βουλή, κατά τα τελευταία χρόνια είδαμε να εξετάζονται από επιτροπές σοβαρές υποθέσεις σκανδάλων και να δημοσιοποιούνται ύστερα από μακροχρόνια διαδικασία όχι ένα, αλλά δύο ή και τρία διαφορετικά πορίσματα, προσαρμοσμένα εμφανώς στο πολιτικό πρίσμα ή ακόμα και την πολιτική σκοπιμότητα των συμμετεχόντων βουλευτών μας. Λες και η αλήθεια δεν είναι αντικειμενικά μία…
Αλλά τέτοια γεγονότα όχι μόνο κλονίζουν την πίστη των πολιτών στην τυφλή Δικαιοσύνη αλλά, ακόμα χειρότερα, μέσα στη γενικότερη αμφισβήτηση δίνεται η ευκαιρία στους πραγματικούς ενόχους να διολισθαίνουν και εντέλει να αποφεύγουν την τιμωρία.
[Toυ Χριστόδουλου Ι. Στεφανάδη, καθηγητή Καρδιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών από protothema.gr]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου