Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων
1. Το άρθρο 1 του ν. 4039/2012, τροποποιείται ως ακολούθως:
α) Η περίπτωση στ του άρθρου 1, αντικαθίσταται ως εξής:
«στ) Επικίνδυνο ζώο συντροφιάς είναι το ζώο συντροφιάς, που εκδηλώνει επιτυχή επίθεση ή ανεπιτυχή προσπάθεια επίθεσης ή απειλητική στάση και συμπεριφορά προς τον άνθρωπο ή τα άλλα ζώα, καθώς και το ζώο που πάσχει ή είναι φορέας σοβαρού νοσήματος, που μπορεί να μεταδοθεί στον άνθρωπο ή στα άλλα ζώα και δεν θεραπεύεται.».
β) Η περίπτωση ιδ του άρθρου 1, αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρμόδια όργανα βεβαίωσης των παραβάσεων είναι τα όργανα που τις διαπιστώνουν κατά την άσκηση των ελεγκτικών καθηκόντων τους και συγκεκριμένα η Αστυνομία, η Δημοτική Αστυνομία, η Θηροφυλακή των κυνηγετικών συλλόγων, οι υπάλληλοι των Τελωνείων και των Σταθμών Υγειονομικού Κτηνιατρικού Ελέγχου και η Λιμενική Αστυνομία.».
γ) Στο τέλος της περίπτωσης ιε του άρθρου 1, η φράση «σε περίπτωση που το ζώο θα μεταφερθεί στο εξωτερικό και ενημερώνει τη βάση με τις απαραίτητες πληροφορίες.», αντικαθίσταται ως εξής:
«σε περίπτωση που το ζώο θα μεταφερθεί στο εξωτερικό καθώς και σε κάθε αλλαγή του ιδιοκτήτη ή του προσωρινού κατόχου του και ενημερώνει τη βάση με τις απαραίτητες πληροφορίες.».
2. Το άρθρο 4 του ν. 4039/2012, τροποποιείται ως ακολούθως:
α) Το τέταρτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 4, το οποίο έχει ως εξής «Η Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση συνδέεται απευθείας με τα κτηνιατρεία και γενικά τους χώρους, που πραγματοποιείται η σήμανση των ζώων συντροφιάς.», αντικαθίσταται ως εξής:
«Εξαιρούνται από την πιστοποίηση αυτή και την πρόσβαση στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση οι κτηνίατροι που παρέχουν προσωρινά και περιστασιακά τις κτηνιατρικές υπηρεσίες τους στην Ελλάδα, τα επαγγελματικά προσόντα των οποίων αναγνωρίζονται σύμφωνα με το π.δ. 38/2010 (Α΄78).».
β) Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α της παρ. 3 του άρθρου 4, αντικαθίσταται ως εξής:
«Η σήμανση κάθε ζώου συντροφιάς είναι υποχρεωτική, συμπεριλαμβανομένων των σκύλων που χρησιμοποιούνται για τη φύλαξη ποιμνίων.».
γ) Στο τέλος του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης β της παρ. 3 του άρθρου 4, μετά τις λέξεις «Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων» τίθεται τελεία και διαγράφεται η φράση: «προσκομιζομένων, επιπροσθέτως στον Ο.Τ.Α., από τον κτηνίατρο των αντιγράφων Πιστοποιητικών Ηλεκτρονικής Ταυτοποίησης.».
δ) Το πρώτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 4, αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Η ηλεκτρονική σήμανση και καταγραφή, η έκδοση διαβατηρίου και βιβλιαρίου υγείας, σύμφωνα με τα υποδείγματα του Παραρτήματος 2 και 3, πραγματοποιούνται από κτηνιάτρους, που έχουν πιστοποιηθεί, ασκούν νόμιμα το κτηνιατρικό επάγγελμα στην Ελλάδα και διαθέτουν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, εν ισχύ, από το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΓΕΩΤΕΕ) και Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ).».
ε) Η παρ. 9 του άρθρου 4, αντικαθίσταται ως εξής:
«9. Για την αναγνώριση των ιδιοκτητών δεσποζόμενων ζώων συντροφιάς, που φέρουν ηλεκτρονική σήμανση, τον έλεγχο του βιβλιάριου υγείας ή του διαβατήριου και γενικά για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου οι Υπηρεσίες της Δημοτικής Αστυνομίας, της Θηροφυλακής των κυνηγετικών συλλόγων, οι υπάλληλοι των Τελωνείων και των Σταθμών Υγειονομικού Κτηνιατρικού Ελέγχου (ΣΥΚΕ) και η Λιμενική Αστυνομία, εφοδιάζονται με τους κατάλληλους ανιχνευτές, η δαπάνη αγοράς των οποίων βαρύνει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.».
3. Το άρθρο 5 του ν. 4039/2012, τροποποιείται ως ακολούθως:
α) Στο τέλος της περίπτωσης α της παρ. 1 του άρθρου 5, η φράση «η οποία παρέχεται κάθε έτος από τους κτηνιάτρους κατά τον ετήσιο αντιλυσσικό εμβολιασμό του,», αντικαθίσταται από τη φράση:
«η οποία παρέχεται από τους κτηνιάτρους κατά την πραγματοποίηση του αντιλυσσικού εμβολιασμού του,».
β) Η περίπτωση δ της παρ. 1 του άρθρου 5, αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) να εφοδιάζεται με το διαβατήριο του ζώου του, εάν πρόκειται να ταξιδέψει με αυτό στο εξωτερικό και να μεριμνά για την ενημέρωσή του σε κάθε αλλαγή του ιδιοκτήτη ή του προσωρινού κατόχου του.».
γ) Μετά την περίπτωση ζ της παρ. 1 του άρθρου 5, τίθεται κόμμα και προστίθεται νέα περίπτωση η ως εξής:
«η) να προσκομίζει ή αποστέλλει ταχυδρομικά, επί αποδείξει, στον οικείο Δήμο αντίγραφο του πιστοποιητικού ηλεκτρονικής σήμανσης του ζώου του.».
δ) Μετά την περίπτωση β της παρ. 3, τίθεται κόμμα και προστίθεται νέα περίπτωση γ ως εξής:
«γ) για την αποφυγή ατυχημάτων υποχρεούται κατά τη διάρκεια του περιπάτου να κρατάει το σκύλο του δεμένο και να βρίσκεται σε μικρή απόσταση από αυτόν. Η ίδια υποχρέωση ισχύει και για τον οποιοδήποτε συνοδό του ζώου, πέραν του ιδιοκτήτη του.».
4. Το άρθρο 6 του ν. 4039/2012, τροποποιείται ως ακολούθως:
α) Το πέμπτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 6, αντικαθίσταται και μετά από αυτό προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Όταν εκτρέφεται έστω και ένας θηλυκός σκύλος αναπαραγωγής ή σημειώνονται περισσότεροι από δύο τοκετοί ανά έτος σε θηλυκό σκύλο εκτροφής, απαιτείται υποχρεωτικά η έκδοση άδειας εκτροφής, αναπαραγωγής και εμπορίας ζώων συντροφιάς. Άδεια εκτροφής, αναπαραγωγής και εμπορίας ζώων συντροφιάς απαιτείται και για τους ερασιτέχνες εκτροφείς σκύλων ή γατών όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου.».
β) Η παρ. 3 του άρθρου 6, αντικαθίσταται ως εξής:
«3. α) Απαγορεύεται η πώληση σκύλων και γατών σε υπαίθριους δημόσιους χώρους, συμπεριλαμβανόμενων των υπαίθριων αγορών.
β) Απαγορεύεται η πώληση ζώων συντροφιάς με ηλικία μικρότερη των οκτώ (8) εβδομάδων.».
γ) Μετά την παρ. 3 του άρθρου 6, προστίθεται νέα παράγραφος 3α, ως εξής:
«3α. Δεν επιτρέπεται η εισαγωγή, εκτροφή, αναπαραγωγή και εμπορία σκύλων που είναι ακρωτηριασμένοι»
5. Η παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 4039/2012, τροποποιείται ως ακολούθως:
« 1. Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή η ένωση προσώπων, που διοργανώνει εκθέσεις με ζώα συντροφιάς, οφείλει να εφοδιάζεται με σχετική άδεια, η οποία εκδίδεται από την αρμόδια Υπηρεσία Κτηνιατρικής του οικείου Δήμου και όπου αυτή δεν έχει συσταθεί από το Τμήμα Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας.».
7. Το άρθρο 9 του ν. 4039/2012, τροποποιείται ως ακολούθως:
α) Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 9, αντικαθίσταται και μετά από αυτό προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Η αρμοδιότητα αυτή μπορεί να ασκείται και από:
α) συνδέσμους δήμων, καθώς και
β) φιλoζωικές ενώσεις και σωματεία, αφού προηγηθεί σχετική έγγραφη έγκρισή τους από τον αρμόδιο δήμο, ο οποίος έχει τη συνολική εποπτεία των αδέσποτων ζώων συντροφιάς εντός των διοικητικών του ορίων.
Οι κατά τα ως άνω φιλοζωικές ενώσεις και σωματεία που εγκρίνονται από τον αρμόδιο Δήμο οφείλουν να διαθέτουν υποδομή, συνιστάμενη στην ύπαρξη κατάλληλων σχετικών εγκαταστάσεων ή οχημάτων μεταφοράς ζώων και ανθρώπινο δυναμικό με εμπειρία και χειρισμό των ζώων.».
β) Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 9, το έκτο εδάφιο αυτής, αντικαθίσταται ως εξής:
«Υπό την εποπτεία των Δήμων, μπορούν να ιδρυθούν και να λειτουργούν καταφύγια ή και κτηνιατρεία αδέσποτων ζώων συντροφιάς και από φιλοζωϊκά σωματεία και ενώσεις, που διαθέτουν το κατάλληλο κτηνιατρικό προσωπικό (ενδεικτικά 1 κτηνίατρος ανά 50 ζώα), την τεχνική υποδομή, τις εγκαταστάσεις και τον αναγκαίο εξοπλισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 604/1977 και του π.δ. 463/1978, όπως ισχύουν.».
γ) Η παρ. 3 του άρθρου 9, αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Για την περισυλλογή των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, συγκροτούνται συνεργεία από άτομα κατάλληλα εκπαιδευμένα και έμπειρα στην αιχμαλωσία ζώων συντροφιάς. Τα συνεργεία αυτά ελέγχονται για στο έργο τους, ως προς τις επιτρεπόμενες μεθόδους σύλληψης και αιχμαλωσίας των ζώων αυτών, από κτηνίατρο της αρμόδιας υπηρεσίας Κτηνιατρικής του Δήμου και, όπου αυτή δεν έχει συσταθεί, από κτηνίατρο του Τμήματος Κτηνιατρικής της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας. Η εποπτεία και ο έλεγχος πραγματοποιείται βάσει ανάλυσης κινδύνου. Τη μέριμνα για την εκπαίδευση των ατόμων αυτών έχει ο οικείος Δήμος.».
δ) Η παρ. 4 του άρθρου 9, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. α) Τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς, που περισυλλέγονται, οδηγούνται τμηματικά στα υπάρχοντα καταφύγια αδέσποτων ζώων συντροφιάς, στα δημοτικά κτηνιατρεία ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, και σε ιδιωτικά κτηνιατρεία, που διαθέτουν την κατάλληλη υποδομή και μπορούν να φιλοξενήσουν προσωρινά και για εύλογο χρονικό διάστημα τα προς περίθαλψη ζώα, μέχρι την αποθεραπεία τους, υποβάλλονται σε κτηνιατρική εξέταση, στειρώνονται, σημαίνονται με ηλεκτρονική σήμανση ως αδέσποτα και καταγράφονται στη διαδικτυακή ηλεκτρονική βάση.
β) Αν διαπιστωθεί από την κτηνιατρική εξέταση ότι είναι τραυματισμένα ή πάσχουν από ιάσιμο νόσημα, υποβάλλονται στην κατάλληλη θεραπευτική αγωγή.
γ) Αν διαπιστωθεί ότι είναι επικίνδυνα ζώα συντροφιάς ή ότι πάσχουν από ανίατη ασθένεια ή ότι είναι πλήρως ανίκανα να αυτοσυντηρηθούν λόγω γήρατος ή αναπηρίας και η διατήρησή τους στη ζωή είναι πρόδηλα αντίθετη με τους κανόνες ευζωίας τους και αρνηθούν τα φιλοζωικά σωματεία της περιοχής να αναλάβουν τη φροντίδα, εποπτεία και τη διαδικασία υιοθεσίας τους, υποβάλλονται σε ευθανασία.
δ) Ζώα που περισυλλέγονται, λόγω εκδήλωσης επιθετικής συμπεριφοράς πρώτου ή δεύτερου σταδίου (απειλητική στάση και συμπεριφορά ή ανεπιτυχής επίθεση χωρίς τραυματισμό πολίτη, αντίστοιχα), αρχικά προσκομίζονται στο κτηνιατρείο ή στον υπεύθυνο κτηνίατρο του Δήμου, για κλινική εξέταση και στη συνέχεια παραμένουν υπό 15νθήμερη παρακολούθηση στο καταφύγιο του Δήμου ή σε εγκεκριμένο καταφύγιο φιλοζωικού σωματείου. Εφόσον, μετά το πέρας του παραπάνω χρονικού διαστήματος, υποβληθούν ξανά σε κλινική εξέταση και διαγνωστούν υγιή, χωρίς προβλήματα συμπεριφοράς, επανατοποθετούνται, σε περιοχή όπου εκτιμάται ότι έχουν τις λιγότερες πιθανότητες να εκτεθούν ξανά στις συνθήκες εκείνες που τα προκάλεσαν να εκδηλώσουν επιθετικότητα.
ε) Ζώα που περισυλλέγονται, λόγω εκδήλωσης επιθετικής συμπεριφοράς τρίτου σταδίου (επιτυχημένη επίθεση, ανεξάρτητα από τη σοβαρότητα του τραυματισμού που αυτή συνεπάγεται και βεβαιώνεται από αποδεικτικά έγγραφα, όπως ιατρική γνωμάτευση), αρχικά προσκομίζονται σε κτηνιατρείο ή στον υπεύθυνο κτηνίατρο του Δήμου για κλινική εξέταση και στη συνέχεια παραμένουν υπό 15νθήμερη παρακολούθηση στο καταφύγιο του Δήμο ή σε εγκεκριμένο καταφύγιο φιλοζωικού σωματείου. Εφόσον, μετά το πέρας του παραπάνω χρονικού διαστήματος, υποβληθούν ξανά σε κλινική εξέταση και διαγνωστούν υγιή, είτε επανατοποθετούνται σε χώρους όπου δεν υπάρχει ελεύθερη πρόσβαση του κοινού ή άλλων ζώων, είτε την ευθύνη της εποπτείας, της φροντίδας και της διαδικασίας υιοθεσίας τους αναλαμβάνουν φιλοζωικά σωματεία και ενώσεις.».
ε) Οι παρ. 10, 11 και 12 του άρθρου 9, αντικαθίστανται ως εξής:
«10. Για την επαναφορά στο φυσικό περιβάλλον των αδέσποτων ζώων συντροφιάς λαμβάνεται υπόψη η πυκνότητα του πληθυσμού των αδέσποτων ζώων στην περιοχή που επαναφέρονται. Την ευθύνη για την επίβλεψη και τη φροντίδα των επανεντασσόμενων αδέσποτων ζώων έχουν, από κοινού, οι Δήμοι, οι οποίοι μάλιστα δύνανται να δημιουργήσουν και σημεία παροχής τροφής και νερού για τα ζώα αυτά, καθώς και τα συνεργαζόμενα με αυτούς φιλοζωικά σωματεία και ενώσεις. Δεν απαγορεύεται η παροχή τροφής και νερού σε αδέσποτα ζώα συντροφιάς από φιλόζωους πολίτες, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι κανόνες καθαριότητας και υγιεινής. Δεν επιτρέπεται επαναφορά σε περιοχές με νοσοκομεία, σχολεία, αθλητικά κέντρα, αυτοκινητόδρομους ταχείας κυκλοφορίας, στους χώρους αποβίβασης και επιβίβασης ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών στα λιμάνια, στα αεροδρόμια, στους σιδηροδρομικούς σταθμούς και στους περιφραγμένους αρχαιολογικούς χώρους Με απόφαση της πενταμελούς επιτροπής της παραγράφου 12 του παρόντος άρθρου ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες προσδιορισμού της πυκνότητας του πληθυσμού των αδέσποτων ζώων στην περιοχή που αυτά επαναφέρονται, καθώς και η οριοθέτηση των περιοχών που δεν επιτρέπεται η επαναφορά τους.
11. Οι στειρώσεις σε αδέσποτα ζώα συντροφιάς, όπως επίσης και η σήμανση και η καταγραφή τους πραγματοποιούνται δωρεάν και από εθελοντές επαγγελματίες κτηνιάτρους, που έχουν την υπηκοόητα ενός από τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι οποίοι συγκεντρώνουν όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις, προκειμένου να μπορούν να ασκήσουν νόμιμα το επάγγελμα του κτηνιάτρου στην Ελλάδα, σύμφωνα με την ενωσιακή και εθνική νομοθεσία. Οι στειρώσεις μπορεί να πραγματοποιούνται και σε κινητές εγκαταστάσεις κατάλληλες για άσκηση κτηνιατρικών πράξεων, που διαθέτουν οι προαναφερόμενοι κτηνίατροι. Για τις κινητές εγκαταστάσεις παροχής κτηνιατρικών πράξεων χορηγείται άδεια λειτουργίας από την αρμόδια υπηρεσία Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, όπου πρόκειται να δραστηριοποιηθούν, εφόσον πληρούνται οι απαιτήσεις που προβλέπονται στην απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων που εκδίδεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 13. Στους εθελοντές κτηνίατρους για την πραγματοποίηση των στειρώσεων σε αδέσποτα ζώα συντροφιάς μπορεί να διατίθενται και οι εγκαταστάσεις των γραφείων των Διευθύνσεων, των Τμημάτων και των αρμόδιων Υπηρεσιών Κτηνιατρικής της οικείας Περιφέρειας, Περιφερειακής Ενότητας ή του Δήμου, εφόσον υπάρχουν διαθέσιμοι χώροι, για την πραγματοποίηση των στειρώσεων υπό την εποπτεία κτηνιάτρου των προαναφερθέντων αρμόδιων υπηρεσιών. Οι εγκαταστάσεις αυτές παραχωρούνται για ορισμένο χρονικό διάστημα, αφού προηγηθεί ειδοποίηση ενός μήνα και έγκριση των προϊσταμένων των αντίστοιχων υπηρεσιών.
12. α) Σε κάθε Δήμο συγκροτείται με απόφαση του Δημάρχου πενταμελής επιτροπή παρακολούθησης του προγράμματος διαχείρισης αδέσποτων ζώων συντροφιάς, τα δύο μέλη της οποίας ορίζονται από τα φιλοζωικά σωματεία και τις ενώσεις που λειτουργούν νόμιμα και που εδρεύουν στο Δήμο ή στην οικεία Περιφερειακή Ενότητα. Υποχρεωτικά στην επιτροπή μετέχουν:
αα) ένας (1) κτηνίατρος, που ορίζεται από το Δήμο και ο οποίος είναι, κατά προτίμηση, ο υπεύθυνος του προγράμματος διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς και ελλείψει αυτού ιδιώτης κτηνίατρος και
ββ) ένας (1) εκπρόσωπος κυνηγετικού συλλόγου που εδρεύει στο Δήμο ή την οικεία Περιφερειακή Ενότητα.
Η επιτροπή αποφασίζει για την επικινδυνότητα ενός ζώου συντροφιάς, σύμφωνα με τον ορισμό της παρ. στ του άρθρου 1 του παρόντος, καθώς και αντιμετωπίζει τα προβλήματα που προκύπτουν κατά τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων. Οι Δήμοι, οι Περιφερειακές Ενότητες και οι Περιφέρειες δημιουργούν δίκτυο ενημέρωσης των πολιτών για τα ζώα που διατίθενται προς υιοθεσία.
β) Στην περίπτωση που υπάρχει διαφωνία για την επικινδυνότητα ενός αδέσποτου ζώου συντροφιάς ή την αναγκαιότητα της πραγματοποίησης ευθανασίας σε αδέσποτο ζώο συντροφιάς, την οριστική απόφαση λαμβάνει ειδική επιστημονική επιτροπή που συγκροτείται σε κάθε Δήμο με απόφαση του Δημάρχου και αποτελείται από:
αα) ένα κτηνίατρο της κτηνιατρικής υπηρεσίας της οικείας Περιφερειακής Ενότητας και τον αναπληρωτή του,
ββ) ένα ιδιώτη κτηνίατρο που έχει λάβει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος από το ΓΕΩΤΕΕ και δραστηριοποιείται στην περιοχή δικαιοδοσίας του Δήμου ή όμορου Δήμου και τον αναπληρωτή του,
γγ) ένα κτηνίατρο του φιλοζωικού σωματείου που δραστηριοποιείται στην περιοχή δικαιοδοσίας του Δήμου ή όμορου Δήμου και τον αναπληρωτή του.».
στ) Η παρ. 14 του άρθρου 9, αντικαθίσταται ως εξής:
«14. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση από την αρμόδια Περιφέρεια σε Δήμους, σε συνδέσμους Δήμων και υπό την εποπτεία των Δήμων, σε εγκεκριμένα από αυτούς φιλοζωϊκά σωματεία και ενώσεις, άδειας ίδρυσης και λειτουργίας καταφυγίων αδέσποτων ζώων συντροφιάς, οι όροι και οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα καταφύγια αδέσποτων ζώων συντροφιάς για τη λειτουργία τους και κάθε σχετικό θέμα.».
ζ) Μετά την παρ. 14 του άρθρου 9, προστίθεται νέα παρ. 15 ως εξής:
«15. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται ο Δήμος και οι σύνδεσμοι Δήμων, που επιχορηγούνται για τη δημιουργία και λειτουργία καταφυγίου αδέσποτων ζώων συντροφιάς και για την υλοποίηση των ενεργειών διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, το ύψος, η διαδικασία και οι προϋποθέσεις καταβολής της οικονομικής ενίσχυσης και κάθε άλλο σχετικό θέμα.».
8. Η παρ. 3 του άρθρου 11 του ν. 4039/2012, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«3. Η διάθεση των νεκρών ζώων συντροφιάς, όπως αποτέφρωση και υγειονομική ταφή, πραγματοποιείται σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική και ενωσιακή νομοθεσία.».
9. Μετά την παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4039/2012, προστίθεται νέα παρ. 2α ως εξής:
«2α. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7, απαγορεύεται η χρησιμοποίηση ζώου σε υπαίθρια δημόσια έκθεση με σκοπό την αποκόμιση οικονομικού οφέλους.»
10. Η παρ. 1 του άρθρου 13, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Από τις απαγορεύσεις που προβλέπονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 12 εξαιρούνται οι νομίμως λειτουργούντες ζωολογικοί κήποι, τα ενυδρεία, τα καταστήματα πώλησης ζώων, τα κέντρα περίθαλψης ειδών άγριας πανίδας, τα εκτροφεία θηραμάτων και οι εκθέσεις ανάπτυξης και προβολής του κτηνοτροφικού και γεωργικού τομέα, που διέπονται από ειδικές διατάξεις, υπό την προϋπόθεση ότι και στους παραπάνω χώρους δεν διεξάγονται παραστάσεις, κάθε είδους, με τη συμμετοχή ζώων.».
11. Η παρ. 5 του άρθρου 20 αντικαθίσταται και μετά από αυτήν τίθεται νέα παράγραφος 5α, ως εξής:
«5. α) Στις περιπτώσεις των προηγούμενων παραγράφων, για την επιβολή των προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων και προστίμων, η έκθεση βεβαίωσης της παράβασης, που συντάσσεται από αρμόδια Αρχή της περίπτωσης ιδ του άρθρου 1, διαβιβάζεται αυθημερόν στην κατά τόπον αρμόδια υπηρεσία του οικείου Δήμου ή Περιφερειακής Ενότητας.
β) Στις περιπτώσεις βεβαίωσης παραβάσεων που διαπιστώνονται από αρμόδια Αρχή της περίπτωσης ιδ του άρθρου 1 και επισύρουν την επιβολή των προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων και προστίμων και ποινικών κυρώσεων, η έκθεση βεβαίωσης της παράβασης, αποστέλλεται στον αρμόδιο Εισαγγελέα.
5α. Οι παραβάτες κάθε επιτακτικής ή απαγορευτικής διάταξης του ν. 1444/1984 (Α΄ 78) καθώς και οι παραβάτες των διατάξεων των άρθρων 3,4, 7, 9,10 και 11 του ν. 2017/1992 (Α΄ 31) τιμωρούνται με τις ποινές που προβλέπονται από την παράγραφο 2 του άρθρου 8 του ν. 1197/1981 (Α΄240), όπως ισχύει.».
12. Ο Πίνακας Διοικητικών κυρώσεων και προστίμων του άρθρου 21 του ν. 4039/2012, τροποποιείται ως ακολούθως:
α) Στη δεύτερη στήλη της δεύτερης παράβασης του πίνακα διοικητικών κυρώσεων και προστίμων του άρθρου 21 που έχει ως εξής: «Παράλειψη εμπρόθεσμης σήμανσης και καταγραφής του ζώου συντροφιάς ή δήλωσης της απώλειας του ζώου συντροφιάς», η εσφαλμένη παραπομπή στο «Άρθρο 5 παρ. 1 περ. α», αντικαθίσταται από την ορθή ««Άρθρο 5 παρ. 1 περ. β»
β) Στο τέλος του πίνακα διοικητικών κυρώσεων και προστίμων του άρθρου 21 προστίθεται νέα παράβαση, ως εξής:
«
».
13. Στην αρχή της υπάρχουσας παραγράφου του άρθρου 23 του ν. 4039/2012, τίθεται ο αριθμός 1 και στο τέλος αυτής, προστίθεται παράγραφος 2, ως εξής:
«Από την έναρξη ισχύος της κοινής Υπουργικής απόφασης, που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 14 του άρθρου 9, όπως ισχύει, καταργούνται οι διατάξεις του ν. 604/1977 και του π.δ. 473/1978, που αφορούν, εκ των ενδιαιτημάτων, τα καταφύγια αδέσποτων ζώων και ρυθμίζουν ίδια θέματα.».
ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΚΟΜΠΡΑ
α) Η περίπτωση στ του άρθρου 1, αντικαθίσταται ως εξής:
«στ) Επικίνδυνο ζώο συντροφιάς είναι το ζώο συντροφιάς, που εκδηλώνει επιτυχή επίθεση ή ανεπιτυχή προσπάθεια επίθεσης ή απειλητική στάση και συμπεριφορά προς τον άνθρωπο ή τα άλλα ζώα, καθώς και το ζώο που πάσχει ή είναι φορέας σοβαρού νοσήματος, που μπορεί να μεταδοθεί στον άνθρωπο ή στα άλλα ζώα και δεν θεραπεύεται.».
β) Η περίπτωση ιδ του άρθρου 1, αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρμόδια όργανα βεβαίωσης των παραβάσεων είναι τα όργανα που τις διαπιστώνουν κατά την άσκηση των ελεγκτικών καθηκόντων τους και συγκεκριμένα η Αστυνομία, η Δημοτική Αστυνομία, η Θηροφυλακή των κυνηγετικών συλλόγων, οι υπάλληλοι των Τελωνείων και των Σταθμών Υγειονομικού Κτηνιατρικού Ελέγχου και η Λιμενική Αστυνομία.».
γ) Στο τέλος της περίπτωσης ιε του άρθρου 1, η φράση «σε περίπτωση που το ζώο θα μεταφερθεί στο εξωτερικό και ενημερώνει τη βάση με τις απαραίτητες πληροφορίες.», αντικαθίσταται ως εξής:
«σε περίπτωση που το ζώο θα μεταφερθεί στο εξωτερικό καθώς και σε κάθε αλλαγή του ιδιοκτήτη ή του προσωρινού κατόχου του και ενημερώνει τη βάση με τις απαραίτητες πληροφορίες.».
2. Το άρθρο 4 του ν. 4039/2012, τροποποιείται ως ακολούθως:
α) Το τέταρτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 4, το οποίο έχει ως εξής «Η Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση συνδέεται απευθείας με τα κτηνιατρεία και γενικά τους χώρους, που πραγματοποιείται η σήμανση των ζώων συντροφιάς.», αντικαθίσταται ως εξής:
«Εξαιρούνται από την πιστοποίηση αυτή και την πρόσβαση στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση οι κτηνίατροι που παρέχουν προσωρινά και περιστασιακά τις κτηνιατρικές υπηρεσίες τους στην Ελλάδα, τα επαγγελματικά προσόντα των οποίων αναγνωρίζονται σύμφωνα με το π.δ. 38/2010 (Α΄78).».
β) Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α της παρ. 3 του άρθρου 4, αντικαθίσταται ως εξής:
«Η σήμανση κάθε ζώου συντροφιάς είναι υποχρεωτική, συμπεριλαμβανομένων των σκύλων που χρησιμοποιούνται για τη φύλαξη ποιμνίων.».
γ) Στο τέλος του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης β της παρ. 3 του άρθρου 4, μετά τις λέξεις «Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων» τίθεται τελεία και διαγράφεται η φράση: «προσκομιζομένων, επιπροσθέτως στον Ο.Τ.Α., από τον κτηνίατρο των αντιγράφων Πιστοποιητικών Ηλεκτρονικής Ταυτοποίησης.».
δ) Το πρώτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 4, αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Η ηλεκτρονική σήμανση και καταγραφή, η έκδοση διαβατηρίου και βιβλιαρίου υγείας, σύμφωνα με τα υποδείγματα του Παραρτήματος 2 και 3, πραγματοποιούνται από κτηνιάτρους, που έχουν πιστοποιηθεί, ασκούν νόμιμα το κτηνιατρικό επάγγελμα στην Ελλάδα και διαθέτουν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, εν ισχύ, από το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΓΕΩΤΕΕ) και Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ).».
ε) Η παρ. 9 του άρθρου 4, αντικαθίσταται ως εξής:
«9. Για την αναγνώριση των ιδιοκτητών δεσποζόμενων ζώων συντροφιάς, που φέρουν ηλεκτρονική σήμανση, τον έλεγχο του βιβλιάριου υγείας ή του διαβατήριου και γενικά για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου οι Υπηρεσίες της Δημοτικής Αστυνομίας, της Θηροφυλακής των κυνηγετικών συλλόγων, οι υπάλληλοι των Τελωνείων και των Σταθμών Υγειονομικού Κτηνιατρικού Ελέγχου (ΣΥΚΕ) και η Λιμενική Αστυνομία, εφοδιάζονται με τους κατάλληλους ανιχνευτές, η δαπάνη αγοράς των οποίων βαρύνει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.».
3. Το άρθρο 5 του ν. 4039/2012, τροποποιείται ως ακολούθως:
α) Στο τέλος της περίπτωσης α της παρ. 1 του άρθρου 5, η φράση «η οποία παρέχεται κάθε έτος από τους κτηνιάτρους κατά τον ετήσιο αντιλυσσικό εμβολιασμό του,», αντικαθίσταται από τη φράση:
«η οποία παρέχεται από τους κτηνιάτρους κατά την πραγματοποίηση του αντιλυσσικού εμβολιασμού του,».
β) Η περίπτωση δ της παρ. 1 του άρθρου 5, αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) να εφοδιάζεται με το διαβατήριο του ζώου του, εάν πρόκειται να ταξιδέψει με αυτό στο εξωτερικό και να μεριμνά για την ενημέρωσή του σε κάθε αλλαγή του ιδιοκτήτη ή του προσωρινού κατόχου του.».
γ) Μετά την περίπτωση ζ της παρ. 1 του άρθρου 5, τίθεται κόμμα και προστίθεται νέα περίπτωση η ως εξής:
«η) να προσκομίζει ή αποστέλλει ταχυδρομικά, επί αποδείξει, στον οικείο Δήμο αντίγραφο του πιστοποιητικού ηλεκτρονικής σήμανσης του ζώου του.».
δ) Μετά την περίπτωση β της παρ. 3, τίθεται κόμμα και προστίθεται νέα περίπτωση γ ως εξής:
«γ) για την αποφυγή ατυχημάτων υποχρεούται κατά τη διάρκεια του περιπάτου να κρατάει το σκύλο του δεμένο και να βρίσκεται σε μικρή απόσταση από αυτόν. Η ίδια υποχρέωση ισχύει και για τον οποιοδήποτε συνοδό του ζώου, πέραν του ιδιοκτήτη του.».
4. Το άρθρο 6 του ν. 4039/2012, τροποποιείται ως ακολούθως:
α) Το πέμπτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 6, αντικαθίσταται και μετά από αυτό προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Όταν εκτρέφεται έστω και ένας θηλυκός σκύλος αναπαραγωγής ή σημειώνονται περισσότεροι από δύο τοκετοί ανά έτος σε θηλυκό σκύλο εκτροφής, απαιτείται υποχρεωτικά η έκδοση άδειας εκτροφής, αναπαραγωγής και εμπορίας ζώων συντροφιάς. Άδεια εκτροφής, αναπαραγωγής και εμπορίας ζώων συντροφιάς απαιτείται και για τους ερασιτέχνες εκτροφείς σκύλων ή γατών όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου.».
β) Η παρ. 3 του άρθρου 6, αντικαθίσταται ως εξής:
«3. α) Απαγορεύεται η πώληση σκύλων και γατών σε υπαίθριους δημόσιους χώρους, συμπεριλαμβανόμενων των υπαίθριων αγορών.
β) Απαγορεύεται η πώληση ζώων συντροφιάς με ηλικία μικρότερη των οκτώ (8) εβδομάδων.».
γ) Μετά την παρ. 3 του άρθρου 6, προστίθεται νέα παράγραφος 3α, ως εξής:
«3α. Δεν επιτρέπεται η εισαγωγή, εκτροφή, αναπαραγωγή και εμπορία σκύλων που είναι ακρωτηριασμένοι»
5. Η παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 4039/2012, τροποποιείται ως ακολούθως:
« 1. Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή η ένωση προσώπων, που διοργανώνει εκθέσεις με ζώα συντροφιάς, οφείλει να εφοδιάζεται με σχετική άδεια, η οποία εκδίδεται από την αρμόδια Υπηρεσία Κτηνιατρικής του οικείου Δήμου και όπου αυτή δεν έχει συσταθεί από το Τμήμα Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας.».
7. Το άρθρο 9 του ν. 4039/2012, τροποποιείται ως ακολούθως:
α) Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 9, αντικαθίσταται και μετά από αυτό προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Η αρμοδιότητα αυτή μπορεί να ασκείται και από:
α) συνδέσμους δήμων, καθώς και
β) φιλoζωικές ενώσεις και σωματεία, αφού προηγηθεί σχετική έγγραφη έγκρισή τους από τον αρμόδιο δήμο, ο οποίος έχει τη συνολική εποπτεία των αδέσποτων ζώων συντροφιάς εντός των διοικητικών του ορίων.
Οι κατά τα ως άνω φιλοζωικές ενώσεις και σωματεία που εγκρίνονται από τον αρμόδιο Δήμο οφείλουν να διαθέτουν υποδομή, συνιστάμενη στην ύπαρξη κατάλληλων σχετικών εγκαταστάσεων ή οχημάτων μεταφοράς ζώων και ανθρώπινο δυναμικό με εμπειρία και χειρισμό των ζώων.».
β) Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 9, το έκτο εδάφιο αυτής, αντικαθίσταται ως εξής:
«Υπό την εποπτεία των Δήμων, μπορούν να ιδρυθούν και να λειτουργούν καταφύγια ή και κτηνιατρεία αδέσποτων ζώων συντροφιάς και από φιλοζωϊκά σωματεία και ενώσεις, που διαθέτουν το κατάλληλο κτηνιατρικό προσωπικό (ενδεικτικά 1 κτηνίατρος ανά 50 ζώα), την τεχνική υποδομή, τις εγκαταστάσεις και τον αναγκαίο εξοπλισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 604/1977 και του π.δ. 463/1978, όπως ισχύουν.».
γ) Η παρ. 3 του άρθρου 9, αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Για την περισυλλογή των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, συγκροτούνται συνεργεία από άτομα κατάλληλα εκπαιδευμένα και έμπειρα στην αιχμαλωσία ζώων συντροφιάς. Τα συνεργεία αυτά ελέγχονται για στο έργο τους, ως προς τις επιτρεπόμενες μεθόδους σύλληψης και αιχμαλωσίας των ζώων αυτών, από κτηνίατρο της αρμόδιας υπηρεσίας Κτηνιατρικής του Δήμου και, όπου αυτή δεν έχει συσταθεί, από κτηνίατρο του Τμήματος Κτηνιατρικής της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας. Η εποπτεία και ο έλεγχος πραγματοποιείται βάσει ανάλυσης κινδύνου. Τη μέριμνα για την εκπαίδευση των ατόμων αυτών έχει ο οικείος Δήμος.».
δ) Η παρ. 4 του άρθρου 9, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. α) Τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς, που περισυλλέγονται, οδηγούνται τμηματικά στα υπάρχοντα καταφύγια αδέσποτων ζώων συντροφιάς, στα δημοτικά κτηνιατρεία ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, και σε ιδιωτικά κτηνιατρεία, που διαθέτουν την κατάλληλη υποδομή και μπορούν να φιλοξενήσουν προσωρινά και για εύλογο χρονικό διάστημα τα προς περίθαλψη ζώα, μέχρι την αποθεραπεία τους, υποβάλλονται σε κτηνιατρική εξέταση, στειρώνονται, σημαίνονται με ηλεκτρονική σήμανση ως αδέσποτα και καταγράφονται στη διαδικτυακή ηλεκτρονική βάση.
β) Αν διαπιστωθεί από την κτηνιατρική εξέταση ότι είναι τραυματισμένα ή πάσχουν από ιάσιμο νόσημα, υποβάλλονται στην κατάλληλη θεραπευτική αγωγή.
γ) Αν διαπιστωθεί ότι είναι επικίνδυνα ζώα συντροφιάς ή ότι πάσχουν από ανίατη ασθένεια ή ότι είναι πλήρως ανίκανα να αυτοσυντηρηθούν λόγω γήρατος ή αναπηρίας και η διατήρησή τους στη ζωή είναι πρόδηλα αντίθετη με τους κανόνες ευζωίας τους και αρνηθούν τα φιλοζωικά σωματεία της περιοχής να αναλάβουν τη φροντίδα, εποπτεία και τη διαδικασία υιοθεσίας τους, υποβάλλονται σε ευθανασία.
δ) Ζώα που περισυλλέγονται, λόγω εκδήλωσης επιθετικής συμπεριφοράς πρώτου ή δεύτερου σταδίου (απειλητική στάση και συμπεριφορά ή ανεπιτυχής επίθεση χωρίς τραυματισμό πολίτη, αντίστοιχα), αρχικά προσκομίζονται στο κτηνιατρείο ή στον υπεύθυνο κτηνίατρο του Δήμου, για κλινική εξέταση και στη συνέχεια παραμένουν υπό 15νθήμερη παρακολούθηση στο καταφύγιο του Δήμου ή σε εγκεκριμένο καταφύγιο φιλοζωικού σωματείου. Εφόσον, μετά το πέρας του παραπάνω χρονικού διαστήματος, υποβληθούν ξανά σε κλινική εξέταση και διαγνωστούν υγιή, χωρίς προβλήματα συμπεριφοράς, επανατοποθετούνται, σε περιοχή όπου εκτιμάται ότι έχουν τις λιγότερες πιθανότητες να εκτεθούν ξανά στις συνθήκες εκείνες που τα προκάλεσαν να εκδηλώσουν επιθετικότητα.
ε) Ζώα που περισυλλέγονται, λόγω εκδήλωσης επιθετικής συμπεριφοράς τρίτου σταδίου (επιτυχημένη επίθεση, ανεξάρτητα από τη σοβαρότητα του τραυματισμού που αυτή συνεπάγεται και βεβαιώνεται από αποδεικτικά έγγραφα, όπως ιατρική γνωμάτευση), αρχικά προσκομίζονται σε κτηνιατρείο ή στον υπεύθυνο κτηνίατρο του Δήμου για κλινική εξέταση και στη συνέχεια παραμένουν υπό 15νθήμερη παρακολούθηση στο καταφύγιο του Δήμο ή σε εγκεκριμένο καταφύγιο φιλοζωικού σωματείου. Εφόσον, μετά το πέρας του παραπάνω χρονικού διαστήματος, υποβληθούν ξανά σε κλινική εξέταση και διαγνωστούν υγιή, είτε επανατοποθετούνται σε χώρους όπου δεν υπάρχει ελεύθερη πρόσβαση του κοινού ή άλλων ζώων, είτε την ευθύνη της εποπτείας, της φροντίδας και της διαδικασίας υιοθεσίας τους αναλαμβάνουν φιλοζωικά σωματεία και ενώσεις.».
ε) Οι παρ. 10, 11 και 12 του άρθρου 9, αντικαθίστανται ως εξής:
«10. Για την επαναφορά στο φυσικό περιβάλλον των αδέσποτων ζώων συντροφιάς λαμβάνεται υπόψη η πυκνότητα του πληθυσμού των αδέσποτων ζώων στην περιοχή που επαναφέρονται. Την ευθύνη για την επίβλεψη και τη φροντίδα των επανεντασσόμενων αδέσποτων ζώων έχουν, από κοινού, οι Δήμοι, οι οποίοι μάλιστα δύνανται να δημιουργήσουν και σημεία παροχής τροφής και νερού για τα ζώα αυτά, καθώς και τα συνεργαζόμενα με αυτούς φιλοζωικά σωματεία και ενώσεις. Δεν απαγορεύεται η παροχή τροφής και νερού σε αδέσποτα ζώα συντροφιάς από φιλόζωους πολίτες, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι κανόνες καθαριότητας και υγιεινής. Δεν επιτρέπεται επαναφορά σε περιοχές με νοσοκομεία, σχολεία, αθλητικά κέντρα, αυτοκινητόδρομους ταχείας κυκλοφορίας, στους χώρους αποβίβασης και επιβίβασης ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών στα λιμάνια, στα αεροδρόμια, στους σιδηροδρομικούς σταθμούς και στους περιφραγμένους αρχαιολογικούς χώρους Με απόφαση της πενταμελούς επιτροπής της παραγράφου 12 του παρόντος άρθρου ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες προσδιορισμού της πυκνότητας του πληθυσμού των αδέσποτων ζώων στην περιοχή που αυτά επαναφέρονται, καθώς και η οριοθέτηση των περιοχών που δεν επιτρέπεται η επαναφορά τους.
11. Οι στειρώσεις σε αδέσποτα ζώα συντροφιάς, όπως επίσης και η σήμανση και η καταγραφή τους πραγματοποιούνται δωρεάν και από εθελοντές επαγγελματίες κτηνιάτρους, που έχουν την υπηκοόητα ενός από τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι οποίοι συγκεντρώνουν όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις, προκειμένου να μπορούν να ασκήσουν νόμιμα το επάγγελμα του κτηνιάτρου στην Ελλάδα, σύμφωνα με την ενωσιακή και εθνική νομοθεσία. Οι στειρώσεις μπορεί να πραγματοποιούνται και σε κινητές εγκαταστάσεις κατάλληλες για άσκηση κτηνιατρικών πράξεων, που διαθέτουν οι προαναφερόμενοι κτηνίατροι. Για τις κινητές εγκαταστάσεις παροχής κτηνιατρικών πράξεων χορηγείται άδεια λειτουργίας από την αρμόδια υπηρεσία Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, όπου πρόκειται να δραστηριοποιηθούν, εφόσον πληρούνται οι απαιτήσεις που προβλέπονται στην απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων που εκδίδεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 13. Στους εθελοντές κτηνίατρους για την πραγματοποίηση των στειρώσεων σε αδέσποτα ζώα συντροφιάς μπορεί να διατίθενται και οι εγκαταστάσεις των γραφείων των Διευθύνσεων, των Τμημάτων και των αρμόδιων Υπηρεσιών Κτηνιατρικής της οικείας Περιφέρειας, Περιφερειακής Ενότητας ή του Δήμου, εφόσον υπάρχουν διαθέσιμοι χώροι, για την πραγματοποίηση των στειρώσεων υπό την εποπτεία κτηνιάτρου των προαναφερθέντων αρμόδιων υπηρεσιών. Οι εγκαταστάσεις αυτές παραχωρούνται για ορισμένο χρονικό διάστημα, αφού προηγηθεί ειδοποίηση ενός μήνα και έγκριση των προϊσταμένων των αντίστοιχων υπηρεσιών.
12. α) Σε κάθε Δήμο συγκροτείται με απόφαση του Δημάρχου πενταμελής επιτροπή παρακολούθησης του προγράμματος διαχείρισης αδέσποτων ζώων συντροφιάς, τα δύο μέλη της οποίας ορίζονται από τα φιλοζωικά σωματεία και τις ενώσεις που λειτουργούν νόμιμα και που εδρεύουν στο Δήμο ή στην οικεία Περιφερειακή Ενότητα. Υποχρεωτικά στην επιτροπή μετέχουν:
αα) ένας (1) κτηνίατρος, που ορίζεται από το Δήμο και ο οποίος είναι, κατά προτίμηση, ο υπεύθυνος του προγράμματος διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς και ελλείψει αυτού ιδιώτης κτηνίατρος και
ββ) ένας (1) εκπρόσωπος κυνηγετικού συλλόγου που εδρεύει στο Δήμο ή την οικεία Περιφερειακή Ενότητα.
Η επιτροπή αποφασίζει για την επικινδυνότητα ενός ζώου συντροφιάς, σύμφωνα με τον ορισμό της παρ. στ του άρθρου 1 του παρόντος, καθώς και αντιμετωπίζει τα προβλήματα που προκύπτουν κατά τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων. Οι Δήμοι, οι Περιφερειακές Ενότητες και οι Περιφέρειες δημιουργούν δίκτυο ενημέρωσης των πολιτών για τα ζώα που διατίθενται προς υιοθεσία.
β) Στην περίπτωση που υπάρχει διαφωνία για την επικινδυνότητα ενός αδέσποτου ζώου συντροφιάς ή την αναγκαιότητα της πραγματοποίησης ευθανασίας σε αδέσποτο ζώο συντροφιάς, την οριστική απόφαση λαμβάνει ειδική επιστημονική επιτροπή που συγκροτείται σε κάθε Δήμο με απόφαση του Δημάρχου και αποτελείται από:
αα) ένα κτηνίατρο της κτηνιατρικής υπηρεσίας της οικείας Περιφερειακής Ενότητας και τον αναπληρωτή του,
ββ) ένα ιδιώτη κτηνίατρο που έχει λάβει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος από το ΓΕΩΤΕΕ και δραστηριοποιείται στην περιοχή δικαιοδοσίας του Δήμου ή όμορου Δήμου και τον αναπληρωτή του,
γγ) ένα κτηνίατρο του φιλοζωικού σωματείου που δραστηριοποιείται στην περιοχή δικαιοδοσίας του Δήμου ή όμορου Δήμου και τον αναπληρωτή του.».
στ) Η παρ. 14 του άρθρου 9, αντικαθίσταται ως εξής:
«14. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση από την αρμόδια Περιφέρεια σε Δήμους, σε συνδέσμους Δήμων και υπό την εποπτεία των Δήμων, σε εγκεκριμένα από αυτούς φιλοζωϊκά σωματεία και ενώσεις, άδειας ίδρυσης και λειτουργίας καταφυγίων αδέσποτων ζώων συντροφιάς, οι όροι και οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα καταφύγια αδέσποτων ζώων συντροφιάς για τη λειτουργία τους και κάθε σχετικό θέμα.».
ζ) Μετά την παρ. 14 του άρθρου 9, προστίθεται νέα παρ. 15 ως εξής:
«15. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται ο Δήμος και οι σύνδεσμοι Δήμων, που επιχορηγούνται για τη δημιουργία και λειτουργία καταφυγίου αδέσποτων ζώων συντροφιάς και για την υλοποίηση των ενεργειών διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, το ύψος, η διαδικασία και οι προϋποθέσεις καταβολής της οικονομικής ενίσχυσης και κάθε άλλο σχετικό θέμα.».
8. Η παρ. 3 του άρθρου 11 του ν. 4039/2012, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«3. Η διάθεση των νεκρών ζώων συντροφιάς, όπως αποτέφρωση και υγειονομική ταφή, πραγματοποιείται σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική και ενωσιακή νομοθεσία.».
9. Μετά την παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4039/2012, προστίθεται νέα παρ. 2α ως εξής:
«2α. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7, απαγορεύεται η χρησιμοποίηση ζώου σε υπαίθρια δημόσια έκθεση με σκοπό την αποκόμιση οικονομικού οφέλους.»
10. Η παρ. 1 του άρθρου 13, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Από τις απαγορεύσεις που προβλέπονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 12 εξαιρούνται οι νομίμως λειτουργούντες ζωολογικοί κήποι, τα ενυδρεία, τα καταστήματα πώλησης ζώων, τα κέντρα περίθαλψης ειδών άγριας πανίδας, τα εκτροφεία θηραμάτων και οι εκθέσεις ανάπτυξης και προβολής του κτηνοτροφικού και γεωργικού τομέα, που διέπονται από ειδικές διατάξεις, υπό την προϋπόθεση ότι και στους παραπάνω χώρους δεν διεξάγονται παραστάσεις, κάθε είδους, με τη συμμετοχή ζώων.».
11. Η παρ. 5 του άρθρου 20 αντικαθίσταται και μετά από αυτήν τίθεται νέα παράγραφος 5α, ως εξής:
«5. α) Στις περιπτώσεις των προηγούμενων παραγράφων, για την επιβολή των προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων και προστίμων, η έκθεση βεβαίωσης της παράβασης, που συντάσσεται από αρμόδια Αρχή της περίπτωσης ιδ του άρθρου 1, διαβιβάζεται αυθημερόν στην κατά τόπον αρμόδια υπηρεσία του οικείου Δήμου ή Περιφερειακής Ενότητας.
β) Στις περιπτώσεις βεβαίωσης παραβάσεων που διαπιστώνονται από αρμόδια Αρχή της περίπτωσης ιδ του άρθρου 1 και επισύρουν την επιβολή των προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων και προστίμων και ποινικών κυρώσεων, η έκθεση βεβαίωσης της παράβασης, αποστέλλεται στον αρμόδιο Εισαγγελέα.
5α. Οι παραβάτες κάθε επιτακτικής ή απαγορευτικής διάταξης του ν. 1444/1984 (Α΄ 78) καθώς και οι παραβάτες των διατάξεων των άρθρων 3,4, 7, 9,10 και 11 του ν. 2017/1992 (Α΄ 31) τιμωρούνται με τις ποινές που προβλέπονται από την παράγραφο 2 του άρθρου 8 του ν. 1197/1981 (Α΄240), όπως ισχύει.».
12. Ο Πίνακας Διοικητικών κυρώσεων και προστίμων του άρθρου 21 του ν. 4039/2012, τροποποιείται ως ακολούθως:
α) Στη δεύτερη στήλη της δεύτερης παράβασης του πίνακα διοικητικών κυρώσεων και προστίμων του άρθρου 21 που έχει ως εξής: «Παράλειψη εμπρόθεσμης σήμανσης και καταγραφής του ζώου συντροφιάς ή δήλωσης της απώλειας του ζώου συντροφιάς», η εσφαλμένη παραπομπή στο «Άρθρο 5 παρ. 1 περ. α», αντικαθίσταται από την ορθή ««Άρθρο 5 παρ. 1 περ. β»
β) Στο τέλος του πίνακα διοικητικών κυρώσεων και προστίμων του άρθρου 21 προστίθεται νέα παράβαση, ως εξής:
«
Μη εφαρμογή από τον ιδιοκτήτη, τον κάτοχο ή τον υπεύθυνο των ζώων, των κανόνων προστασίας και καλής μεταχείρισής τους και μη τήρηση, από μέρους τους, των ειδικών απαιτήσεων της περίπτ. β του άρθρου 1, ώστε να εξασφαλίζεται ο σεβασμός της ύπαρξής τους. | Άρθρο 1 περίπ. β | 5.000 έως 15.000 ευρώ. |
13. Στην αρχή της υπάρχουσας παραγράφου του άρθρου 23 του ν. 4039/2012, τίθεται ο αριθμός 1 και στο τέλος αυτής, προστίθεται παράγραφος 2, ως εξής:
«Από την έναρξη ισχύος της κοινής Υπουργικής απόφασης, που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 14 του άρθρου 9, όπως ισχύει, καταργούνται οι διατάξεις του ν. 604/1977 και του π.δ. 473/1978, που αφορούν, εκ των ενδιαιτημάτων, τα καταφύγια αδέσποτων ζώων και ρυθμίζουν ίδια θέματα.».
ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΚΟΜΠΡΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου